Τα τέσσερα βιβλία του καπετάνιου Κώστα Μοσχόπουλου μέσα σε μια τετραετία έχουν πρωτοτυπία, χιούμορ, αφηγηματική σαφήνεια και καθόλου έπαρση – όπως αυτή που βιώνουν όσοι προστρέχουν στις ιστορίες για το διάστημα ή για φανταστικές αναρριχήσεις στο Έβερεστ. Από την πρώτη στιγμή της ανάγνωσής τους καταλαβαίνεις ότι έχεις μια αυθεντική αφήγηση – από κάποιον που δεν θέλει να είναι κατά φαντασίαν κατακτητής γυναικών ή διάσημος κυνηγός.
Η θάλασσα έτσι κι αλλιώς ρυθμίζει τη ζωή μας, σαν πρακτική που καθορίζει τις μεγάλες μεταφορές, τα λιβάδια ποσειδωνίας, τις κοραλλιογενείς αναπτύξεις, τα υποθαλάσσια έργα γλυπτικής, τους αχανείς ωκεανούς με τα πάμπολλα είδη που αγνοούμε. Η θάλασσα είναι μια στεριά από την ανάποδη, με βουνά, πεδιάδες, χαράδρες, που μας κυκλώνει με φως και με θάνατον ακαταπαύστως – θα λέγαμε με τα λόγια του Κάλβου.
Μέσα σε όλα αυτά έρχονται οι αφηγήσεις για την παράκτια ζώνη, αυτήν την παρ’ ολίγον θάλασσα συναρτήσει των γεωλογικών εποχών, για τα δράματα που συνδέθηκαν με τις μεταφορές ανθρώπων, για την εξαγωγή σκλάβων.
Και έχει πολλά να πει ο Μοσχόπουλος, αρχής γενομένης για τα 12,5 εκατομμύρια Αφρικανών που μπάρκαραν καταναγκαστικά στην Αμερική, για τον Φερδινάνδο Παλαιολόγο – απόγονο του τελευταίου αυτοκράτορα του Βυζαντίου –, για τις «γραμμές Nacza» που έκαναν διάσημο έναν συγγραφέα ευφάνταστο και παραδοξολόγο, ειδικό στο να επινοεί εξωγήινους στο οπουδήποτε, τον Έριχ Φον Ντένικεν: Που μέσα από τις φαντασιόπληκτες γραφές του αναπτύχθηκε το διεθνές ενδιαφέρον για τις «γραμμές Νacza», που έγιναν το διάστημα μεταξύ του 200 π.Χ. και του 700 μ.Χ. και θεμελίωσαν μια μεγάλη τουριστική ατραξιόν.
Μέσα σε μια μεγάλη ποικιλία θεμάτων ο Μοσχόπουλος μιλάει για την περίπτωση ενός παγκοσμίου πολέμου, όπου η αχρήστευση των δορυφόρων και του GPS θα οδηγήσει στην επιστροφή του Εξάντα, ενός οργάνου πλοήγησης πλοίων από τους πρώτους θαλασσοπόρους του 15ου – 16ου αιώνα – όπως αμυδρά θυμάμαι από την «Κοσμογραφία» του Γυμνασίου…
Έπειτα έρχεται η ενασχόλησή του με τον Τιτανικό, που βούλιαξε έχοντας σωσίβιες λέμβους μόνο για 710, ενώ χάθηκαν 1.514 άτομα. Επειδή ο καπετάνιος προτίμησε τη συντομότερη διαδρομή καθώς η μακρύτερη και ασφαλέστερη δεν του έδινε ευκαιρία για ένα νέο ρεκόρ!
Η ευαίσθητη ματιά του Μοσχόπουλου βλέπει τα εγκαταλελειμμένα από γονείς παιδιά της Βραζιλίας, στα οποία έλαχε η τύχη να εξοντωθούν ή άλλως πως να κακοποιηθούν στους δρόμους από δολοφόνους πληρωμένους από τους καταστηματάρχες, θυμίζοντας τον γνωστό αναλυτή της Μεσογείου Φερνάν Μπρωντέλ, ο οποίος υποστηρίζει ότι στο Παρίσι του 18ου αιώνα υπήρχαν αρκετές χιλιάδες παιδιά εγκαταλελειμμένα, που περιφέρονταν έρημα…
Ενώ αλλού δεν παραλείπει να θυμίζει τον σκοτωμό ενός μαφιόζου στη Λατινική Αμερική που προκαλεί την ανακοίνωση ενός αρχιμαφιόζου – που δημοσιεύτηκε μάλιστα και στον ημερήσιο Τύπο: Όποιος σκοτώσει έναν αστυνόμο και φέρει το κεφάλι του, θα πάρει 800 δολάρια Αμερικής!