Στην επόμενη ημέρα της πολιτικής ζωής της Γαλλίας μετά τον διορισμό του Φρανσουά Μπαϊρού στην πρωθυπουργία της χώρας από τον Εμανουέλ Μακρόν εστιάζει ανάλυση της Deutsche Welle.
Mόλις μία εβδομάδα μετά την ανατροπή του Μισέλ Μπαρνιέ, η κεντροδεξιά κυβέρνηση του οποίου ανατράπηκε από την αντιπολίτευση σε ψήφο δυσπιστίας με αφορμή τον προϋπολογισμό λιτότητας o Γάλλος πρόεδρος διόρισε τον κεντρώo πολιτικό ως πρωθυπουργό.
Προϋπόθεση για να επιστρέψει η Γαλλία στην πολιτική σταθερότητα είναι η σύσταση ενός νέου υπουργικού συμβουλίου, που θα διασφαλίσει τη στήριξη της Γαλλικής Εθνοσυνέλευσης. Ας σημειωθεί ότι ούτε οι κεντρώες δυνάμεις του Μακρόν ούτε κάποιο άλλο πολιτικό στρατόπεδο διαθέτουν απόλυτη πλειοψηφία στο κοινοβούλιο. Μετά την πτώση της κυβέρνησης Μπαρνιέ, την περασμένη εβδομάδα, αντιπολιτευόμενοι πολιτικοί ζήτησαν για μια ακόμα φορά την παραίτηση του προέδρου Μακρόν, του οποίου η θητεία λήγει το 2027. Όπως αναμενόταν, ο Γάλλος πρόεδρος απέρριψε αυτό το ενδεχόμενο.
Οι επιπτώσεις στην ΕΕ από την πολιτική κρίση σε Γαλλία και Γερμανία
Ο διορισμός του νέου πρωθυπουργού δεν σημαίνει αυτομάτως το τέλος της πολιτικής κρίσης στη Γαλλία. Για να υπάρξει προοπτική σταθερότητας, πρωταρχικός στόχος της νέας κυβέρνησης είναι να διασφαλίσει τη συνεργασία – ή τουλάχιστον την ανοχή – όσο το δυνατόν περισσότερων κομμάτων στο κοινοβούλιο. Το ζητούμενο για τον Φρανσουά Μπαϊρού και την κυβέρνησή του είναι να αναζητήσει την συναίνεση σε κρίσιμα ζητήματα, όπως είναι για παράδειγμα ο προϋπολογισμός.
Σε περίπτωση που παράλληλα με τη Γερμανία, η οποία βρίσκεται σε προεκλογική περίοδο, συνεχιστεί το πολιτικό αδιέξοδο στη Γαλλία, τότε αυτό δεν μπορεί παρά να έχει επιπτώσεις στην ΕΕ. Σύμφωνα με ευρωπαίους διπλωμάτες στις Βρυξέλλες, πολλά θα εξαρτηθούν από το τι θα συμβεί στο Παρίσι το επόμενο διάστημα. Τι θα γίνει, για παράδειγμα, όταν η ΕΕ κληθεί να λάβει κρίσιμες αποφάσεις, όπως για τη χρηματοδότηση της ουκρανικής άμυνας στον πόλεμο κατά της Ρωσίας;
Οι επιπτώσεις στην οικονομία της Γαλλίας
Το πολιτικό αδιέξοδο θα έχει πιθανότατα επιπτώσεις στην οικονομία της χώρας, τη στιγμή μάλιστα που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει δρομολογήσει διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος (ΔΥΕ) σε βάρος της Γαλλίας, σημειώνει η DW. Ας σημειωθεί ότι το χρέος της Γαλλίας, το οποίο κυμαίνεται γύρω στα 3,2 τρισεκατομμύρια ευρώ, έρχεται τρίτο σε ύψος μετά το χρέος της Ελλάδας και της Ιταλίας.
Η κυβέρνηση Μπαϊρού θα πρέπει επομένως να καταρτίσει το συντομότερο νέο προϋπολογισμό λιτότητας, έτσι ώστε τα δημόσια οικονομικά να μην βγουν εκτός ελέγχου. Το πώς ο Φρανσουά Μπαϊρού θα πετύχει σε όσα απέτυχε ο προκάτοχός του, δεν το γνωρίζουμε. Θυμίζουμε πάντως ότι η πλειοψηφία στη Γαλλική Εθνοσυνέλευση καταψήφισε τον προϋπολογισμό λιτότητας ζητώντας ακόμα υψηλότερες κρατικές δαπάνες.
Στόχος του προέδρου Μακρόν είναι η νέα κυβέρνηση να μην χρειάζεται την de facto ανοχή της Εθνικής Συσπείρωσης της Μαρίν Λεπέν για να κυβερνήσει. Για τον λόγο αυτό προτίθεται να συνεργαστεί στενά με τις αριστερές δυνάμεις στο κοινοβούλιο, έτσι ώστε να αποφύγει μια νέα ψήφο δυσπιστίας, την οποία είναι πολύ πιθανό να χάσει και πάλι. Ελπίζει ότι έτσι θα μπορέσει να «εξουδετερώσει» πολιτικά έστω και παροδικά τη Μαρίν Λεπέν, η οποία έχει την προσοχή της ήδη στραμμένη στις γαλλικές προεδρικές εκλογές του 2027 και εμφανίζεται στους υποστηρικτές και εν δυνάμει ψηφοφόρους ως θύμα των «παιχνιδιών στρατηγικής» του Μακρόν. Παραμένει ανοιχτό αν η Μαρίν Λεπέν και η Εθνική Συσπείρωση καταφέρουν να ενισχύσουν με αυτό τον τρόπο το εκλογικό τους ποσοστό, καταλήγει η ανάλυση της DW.