Πάντα θα υπάρχει ένα ερώτημα για τον «αυθορμητισμό», την «αμεσότητα» και την «ευθύτητα» στις συνεντεύξεις πολιτικών. Χθες το βράδυ ήταν μια ιδιαίτερη στιγμή για την -τηλεοπτική- δημοσιογραφία. Ακόμα και για όποιον ενδεχομένως μπορεί να σκέφτηκε ότι ο Αντώνης Σρόιτερ ίσως και να είχε προϊδεάσει με κάποιον τρόπο τον πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη, για όσα σχετικά με τα Τέμπη θα τον ρωτούσε στη συνέντευξη στη διάρκεια του δελτίου ειδήσεων του Alpha, δεν μπορεί να μην αναγνωρίσει- να πιστώσει- στον δημοσιογράφο ότι δεν χαρίστηκε.
Οι ερωτήσεις ήταν αυτές που έπρεπε. Ήταν αυτό το «πες τα Χρυσόστομε» που θέλει η κοινωνία από τους δημοσιογράφους. Ερωτήσεις που θα ήθελαν οι πολίτες να κάνουν αν είχαν την ευκαιρία. Την ίδια στιγμή ο δημοσιογράφος δικαίωνε μερίδα του Τύπου που στέκεται κριτικά στην Κυβέρνηση, προασπίζοντας το δημόσιο συμφέρον.
Από τις ερωτήσεις του θα περίμενε κάποιος να τεθούν ήταν εκείνες για την τύχη της δικογραφίας της ευρωπαϊκής εισαγγελίας για σύμβαση 717, που έχει κάνει έρευνα και έχει αποδώσει ευθύνες σε πολιτικά πρόσωπα και έχει σταλεί στη Βουλή, μια διευκρινιστική σχετικά με το τι σημαίνει ακριβώς «έχω αναλάβει τις πολιτικές ευθύνες», για να καταλάβει και η κοινωνία, άλλη μια για το τί σημαίνει ακριβώς «θα κάνω τα πάντα για να μην ξανασυμβεί» και ακόμα, τρία χρόνια μετά το έγκλημα στα Τέμπη μπορούμε να μιλούμε για ασφαλείς σιδηροδρομικές μετακινήσεις, ενώ μέχρι και πρόσφατα έχουν καταγραφεί περιστατικά που αποφεύχθηκαν συγκρούσεις τρένων στο τσάκ, ενώ συρμός του προαστιακού μπήκε σε γραμμή του μετρό (9/10/2024).
Ο σκεπτικισμός, η αμφισβήτηση απέναντι στα εγχώρια ΜΜΕ είναι καταγεγραμμένη. Επτά στους δέκα δεν τα εμπιστεύονται και επικρατεί ισχυρή πεποίθηση για (προληπτική) λογοκρισία (έρευνα ΠΑΜΑΚ) ενώ το ποσοστό εμπιστοσύνης στην ενημέρωση είναι 19% (έρευνα ινστιτούτου Ρόιτερς).
Ο Σρόιτερ έκανε κατά τεκμήριο -και κοινή παραδοχή- μια αξιοπρεπή συνέντευξη. Μένει να αποδειχθεί αν κι αυτή προστεθεί στις (λίγες) εξαιρέσεις του κανόνα που επικυρώνει τα ευρήματα των ερευνών.