Ο Νίκος Σαργκάνης σε ηλικία 70 ετών άφησε την τελευταία του πνοή το πρωί της Κυριακής 8 Δεκεμβρίου σε κεντρικό θεραπευτήριο της Αθήνας, νικημένος από τον καρκίνο.
Εκτός από την καλή του απόδοση κάτω από τα δοκάρια, είχε ειδικευτεί στις εκτελέσεις πέναλτι, σημειώνοντας αρκετά γκολ. Είχε το προσωνύμιο «Φάντομ», το οποίο του προσέδωσαν οι Δανοί μετά την καταπληκτική εμφάνισή του σε αγώνα της Εθνικής Ελλάδας για τα προκριματικά του παγκοσμίου Κυπέλλου το 1980.
Ποιος ήταν ο Νίκος Σαργκάνης
Ο Νίκος Σαργκάνης (Ραφήνα, 13 Ιανουαρίου 1954 – 8 Δεκεμβρίου 2024) ήταν Έλληνας παλαίμαχος διεθνής τερματοφύλακας ποδοσφαίρου, ο οποίος διέπρεψε κατά τη δεκαετία του ’80 αγωνιζόμενος στον Ολυμπιακό, στον Παναθηναϊκό και σε άλλες ομάδες.
Εκτός από την καλή του απόδοση κάτω από τα δοκάρια, είχε ειδικευτεί στην εκτέλεση πέναλτι, σημειώνοντας αρκετά γκολ. Είχε το παρατσούκλι «φάντομ».
Ο Νίκος Σαργκάνης αναδείχθηκε από τον Ηλυσιακό, στον οποίο εντάχθηκε το 1966 στην ηλικία των 12 ετών και το 1969 στην ηλικία των 15 ετών έκανε το ντεμπούτο του στην ανδρική ομάδα, όπου αγωνίστηκε χωρίς να έχει αναπληρωματικό τερματοφύλακα.
Αρχικά αγωνιζόταν στη θέση του επιθετικού ενώ ξεκίνησε να αγωνίζεται ως τερματοφύλακας έπειτα από υπόδειξη και επιμονή του παλιού διεθνή τερματοφύλακα Χρήστου Ρίμπα, όταν ο βασικός τερματοφύλακας της ομάδας κρίθηκε ανεπαρκής. Στον Ηλυσιακό είχε μια εξαιρετική πορεία στο πρωτάθλημα Β΄ Εθνικής, όταν σημείωσε ένα μεγάλο σερί αγώνων χωρίς να δεχτεί γκολ.
Το 1977 πήγε στην Καστοριά, με την οποία έκανε ντεμπούτο στην Α΄ Εθνική στις 11/9/1977. Πραγματοποίησε καταπληκτικές εμφανίσεις, με αποκορύφωμα την εκπληκτική πορεία της ομάδας στο κύπελλο Ελλάδας της περιόδου 1979-80, το οποίο κατέκτησε νικώντας με 5-2 τον Ηρακλή Θεσσαλονίκης.
Επόμενος σταθμός στην καριέρα του ήταν ο Ολυμπιακός, ενώ παράλληλα κλήθηκε στην εθνική ομάδα. Με τον Ολυμπιακό κατέκτησε τρία πρωταθλήματα (1980-81, 1981-82, 1982-83) και ένα κύπελλο Ελλάδας (1980-81).
Η μετακίνησή του στον Παναθηναϊκό
Το 1985 πήρε μεταγραφή στον μεγάλο αντίπαλο της ομάδας του Πειραιά, τον Παναθηναϊκό, όπου αγωνίστηκε για πέντε περιόδους, κατακτώντας δύο ακόμη πρωταθλήματα (1985-86, 1989-90) και τρία κύπελλα Ελλάδας (1985-86, 1987-88, 1988-89).
Στον τελικό του 1988, ο οποίος κρίθηκε στα πέναλτι, ο Νίκος Σαργκάνης υπήρξε ο μεγάλος πρωταγωνιστής καθώς εκτέλεσε εύστοχα ένα πέναλτι και απέκρουσε δύο, οδηγώντας τον Παναθηναϊκό στην κατάκτησή του.
Το 1990 μεταγράφηκε στον Αθηναϊκό, στον οποίο είχε άλλη μια επιτυχημένη παρουσία, καθώς τερμάτισε στην 6η θέση στο πρωτάθλημα και έφτασε ως τον τελικό του κυπέλλου Ελλάδας (1990-91), για πρώτη φορά στην ιστορία του συλλόγου. Είναι ο μοναδικός ποδοσφαιριστής που έχει αγωνιστεί σε τελικό του κυπέλλου Ελλάδας με τέσσερις διαφορετικούς συλλόγους και ο πρώτος που το κατέκτησε με τρεις διαφορετικές ομάδες.
Ως φιναλίστ ο Αθηναϊκός κέρδισε την έξοδο στο κύπελλο Κυπελλούχων της επόμενης περιόδου (1991-92), όπου κληρώθηκε με τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Στους δύο αγώνες ο Νίκος Σαργκάνης ήταν πρωταγωνιστής και με τις καταπληκτικές του αποκρούσεις, ειδικά στον επαναληπτικό του Ολντ Τράφορντ, κράτησε την εστία του ανέπαφη.
Οι δύο αγώνες έληξαν με 0-0 και ο δεύτερος αγώνας οδηγήθηκε στην παράταση, όπου τελικά “λύγισε” με 0-2.
Στην εθνική Ελλάδας
Στην εθνική Ελλάδας κλήθηκε πρώτη φορά το φθινόπωρο του 1980. Έκανε εντυπωσιακό ντεμπούτο στις 15 Οκτωβρίου 1980 στην εκτός έδρας νίκη με 1-0 επί της Δανίας για τα προκριματικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου 1982.
Οι εκπληκτικές του αποκρούσεις, με κορυφαία μια αστραπιαία αντίδρασή του σε σουτ βολέ του περίφημου Άλαν Σίμονσεν από πολύ κοντά, συνέβαλαν στη νίκη της ομάδας του και ανάγκασαν τους Δανούς δημοσιογράφους να τον αποκαλέσουν «φάντομ», παρατσούκλι που του έμεινε έως το τέλος της καριέρας του. Με την εθνική Ανδρών αγωνίστηκε ως το 1991 σε συνολικά 58 αγώνες.
Η συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης
Το 2015 ο θρυλικός τερματοφύλακας είχε παραχωρήσει συνέντευξη στο ΑΠΕ – ΜΠΕ και είχε μιλήσει για όλους και για όλα, σχετικά με το ελληνικό ποδόσφαιρο και το μέλλον του, για την Εθνική ομάδα, αλλά και για την καριέρα του.
Ορισμένα από τα πιο χαρακτηριστικά αποσπάσματα εκείνης της συνέντευξης:
Οι άνθρωποι που έχουν λόγο, πρέπει να το κάνουν. Το οφείλουν. Δεν νομίζετε;
Εγώ είμαι λάτρης του ποδοσφαίρου, αλλά αναγκάζομαι να έχω αυτή την αντιμετώπιση γιατί είμαι απογοητευμένος. Είδαμε τον αγώνα της Μπαρτσελόνα με την Σεβίλλη στην τηλεόραση. Τι να πεις μετά από αυτό, όταν έρχεται στο μαυλό σου η εικόνα του ελληνικού πρωταθλήματος. Η γνώμη είναι μία σελίδα σε ένα περιοδικό. Την διαβάζεις και γυρίζεις την σελίδα, την αφήνεις πίσω. Τελείωσε. Τα λέμε χρόνια για το ελληνικό ποδόσφαιρο, αλλά δεν γίνεται τίποτα, δεν αλλάζει. Οτι είναι η πολιτική είναι και το ποδόσφαιρο. Δεν μπορεί να σταματήσει κάτι τέτοιο. Μας έχουν κάνει, όλους εμάς που αγαπάμε πολύ το ποδόσφαιρο, να μην θέλουμε να το βλέπουμε.
Παρακολουθείτε καθόλου αγώνες στην Ελλάδα, πηγαίνετε στο γήπεδο;
Επιλέγω παιχνίδια που θέλω να δω και βλέπω αγώνες της εθνικής μας. Δεν είναι ποδόσφαιρο αυτό που έχουμε. Καλώς ή κακώς πρέπει να το αποδεχθούμε.
Μια που αναφερθήκατε στην εθνική, τι συνέβη εκεί και τι πρέπει να γίνει;
Δεν είναι εύκολο να έχεις καλή εθνική ομάδα με τέτοιο εθνικό ποδόσφαιρο, με τέτοιο πρωτάθλημα. Θα ακολουθήσει τον ίδιο δρόμο. Η ποιότητα είναι περιορισμένη. Δεν ξέρω πραγματικά εάν δικαιούμαστε να είμαστε ψηλά. Εγώ δεν ενοχλήθηκα για τον αποκλεισμό μας από το Euro 2016, με απασχολεί τι θα γίνει στην συνέχεια. Τι θα γίνει με την εθνική. Ο Αλκέτας Παναγούλιας έλεγε: “στην Ελλάδα τα σύνορα ανάμεσα στην επιτυχία και τον διασυρμό βρίσκονται πολύ κοντά”. Και αυτό είναι κάτι που έχουμε διαπιστώσει αρκετές φορές.
Ποιος φταίει τελικά για το ποδόσφαιρό μας. Φταίνε οι παράγοντες, οι φίλαθλοι, η Πολιτεία, φταίμε όλοι, όπως θα έλεγαν κάποιοι; Τα μεγάλα πρωταθλήματα έχουν ξεκινήσει και εμείς ακόμα μέχρι προσπαθούμε να επικυρώσουμε βαθμολογίες, βάζοντας αστερίσκους.
Ποιος φταίει; Είναι ένα μεγάλο ερώτημα. Εγώ ξέρω να πω ότι όταν οι άλλοι ξεκινάνε εμείς ακόμα δεν έχουμε τελειώσει. Δεν γνωρίζουμε ποιες ομάδες θα είναι στην πρώτη και δεύτερη κατηγορία.
Υπάρχει κάτι που σας κάνει χαρούμενο στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Κάτι που να λέτε, ναι αυτό είναι καλό, ωραίο, με ευχαριστεί.
Δεν υπάρχει ελληνικό ποδόσφαιρο. Δεν θέλω να γίνομαι καυστικός και να λέω ότι θα αναγεννηθεί από τις στάχτες του. Είμαι άνθρωπος που όταν έχω την τύχη να δω κάτι, το λέω. Ομως στην Ελλάδα όλα μένουν στα λόγια. Τα λόγια στην Ελλάδα είναι μεγάλα και οι πράξεις μικρές. Ολο με ένα «θα». Θα κάνω αυτό θα γίνει εκείνο, θα φτάσουμε εκί. Γι αυτό εδώ που φτάσαμε δεν φτάσαμε καθόλου τυχαία. Είναι και αυτός ο ήλιος που μας ζαβλακώνει. Καθόμαστε όλο το καλοκαίρι αφημένοι στον ήλιο και δεν μας ενδιαφέρει εάν καίγεται η Πελοπόνησος, εάν περνάνε μέτρα που θα πεινάσει ο μισός κόσμος. Είμαστε το ωραίο οικόπεδο, η όμορφη χώρα, απόγονοι ένδοξων προγόνων. Εκεί τελειώνει η συζήτηση. Και μένουμε στην ιστορία. Ισως όμως και αυτό να μας σώζει σαν κράτος. Οι ξένοι μας σέβονται μόνο γι αυτό. Μας σέβονται και μας υπολογίζουν γι αυτό που ήμασταν και όχι για εκείνο που είμαστε.
Τελικά μπορεί να αλλάξει το ποδόσφαιρό μας;
Δεν ξέρω πραγματικά εάν μπορεί να αλλάξει. Και αυτό είναι ρεαλισμός όχι απαισιοδοξία. Δεν μπορώ να δω κάτι αυτή την στιγμή, που να δώσει ελπίδα. Το ποδόσφαιρο, όπως σας είπα, είναι ότι η πολιτική, η κοινωνία. Είναι ένα χάος.
Το «φάντομ» της Δανίας, του Ολυμπιακού, Παναθηναικού, πριν του Ηλυσιακού, της Καστοριάς και στο τέλος του Αθηναικού, άφησε γεμάτο το ποδόσφαιρο; Εφυγε ικανοποιημένο από το γήπεδο, ή μήπως πήρε μαζί του κάποιο παράπονο, κάτι που κράτησε μέσα του και ποτέ δεν είπε;
Θα σας πω κάτι: η μεγαλύτερη ανταμοιβή μου από το ποδόσφαιρο είναι ότι έπαιζα μπροστά σε γεμάτες κερκίδες. Σπάνια ήταν λίγοι οι φίλαθλοι. Δεν θυμάμαι ποτέ κάτι τέτοιο. Ακόμα και στο τέλος της καριέρας μου, όταν πήγα στον Αθηναικό , το γήπεδο ήταν γεμάτο. Ομως τώρα όλοι πήγαν στην γωνία. Τους πήρε χαμπάρι ο κόσμος και δεν πάει στα γήπεδα. Αλλά να ξέρετε δεν τους ενδιαφέρει που δεν υπάρχουν φίλαθλοι. Επειδή εκείνο που τους ενδιαφέρει είναι τα χρήματα, αυτά μπορούν να τα βρουν από άλλες πηγές, όπως οι χορηγοί. Τα εισιτήρια δεν είναι το μοναδικό έσοδο, και γι αυτό δεν ασχολούνται. Δεν θέλουν να αφήσουν το ποδόσφαιρο στην ησυχία του για να βρει τον δρόμο του. Η παρέμβαση αλλαζόνων ανθρώπων έχει φέρει τα πάνω κάτω.