Μια παραίτηση και έντονες αντιδράσεις από εργαζόμενους και συνδρομητές προκάλεσε η απόφαση της Washington Post να διακόψει την πρακτική των προεδρικών υποστηρίξεων για πρώτη φορά στην ιστορία της από το 1988, λίγες ημέρες πριν από τις εκλογές του 2024,
Η Washington Post ενημέρωσε την Παρασκευή ότι δεν θα υποστηρίξει κανέναν υποψήφιο στις προεδρικές εκλογές φέτος.
Σύμφωνα με πληροφορίες που αποκαλύφθηκαν στο ίδιο το μέσο, ο ιδιοκτήτης της Post, Τζεφ Μπέζος, φέρεται να έχει διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της νέας πολιτικής, ακυρώνοντας προγραμματισμένο άρθρο υποστήριξης για την υποψήφια των Δημοκρατικών, Κάμαλα Χάρις.
«Η απόφαση να μην δημοσιευθεί ελήφθη από τον ιδιοκτήτη της The Post και της Amazon, Τζεφ Μπέζος», ανέφερε το άρθρο, επικαλούμενο δύο πηγές που είχαν ενημερωθεί για τα γεγονότα.
Θύελλα αντιδράσεων
Η απόφαση, που παρουσιάστηκε από τον εκδότη Σερ Γουίλ Λιούις, προκάλεσε έντονες αντιδράσεις εντός και εκτός του οργανισμού.
Ο Λιούις υπερασπίστηκε την κίνηση, λέγοντας: «είμαστε μια ανεξάρτητη εφημερίδα και πρέπει να υποστηρίζουμε την ικανότητα των αναγνωστών μας να αποφασίζουν μόνοι τους». Η πολιτική των υποστηρίξεων συνιστά «μια παρέκκλιση από τις θεμελιώδεις αξίες μας», πρόσθεσε.
Ωστόσο, η εφημερίδα, που από το 1976 είχε τακτικά υποστηρίξει προεδρικούς υποψηφίους με εξαίρεση τις εκλογές του 1988, δέχτηκε κύμα κριτικής από το προσωπικό της.
Η ανακοίνωση των εργαζομένων, η παραίτηση αρχισυντάκτη και η ακύρωση συνδρομών
Η συντεχνία των εργαζομένων στη Washington Post εξέδωσε ανακοίνωση στην οποία εξέφρασε έντονη ανησυχία για την απόφαση, σημειώνοντας ότι «η διαχείριση επεμβαίνει στον τομέα των μελών μας».
Ενδεικτική της αντίδρασης είναι και η παραίτηση του αρχισυντάκτη Ρόμπερτ Κέιγκαν, όπως και η υπογραφή άρθρου από 17 αρθρογράφους της Post που χαρακτήρισαν την κίνηση ως «τρομερό λάθος» σε μια στιγμή που «ένας υποψήφιος προωθεί θέσεις που απειλούν άμεσα την ελευθερία του Τύπου και τις αξίες του Συντάγματος».
Οι Μπομπ Γούντγουορντ και Καρλ Μπέρνσταϊν, θρυλικοί δημοσιογράφοι της Post και πρωταγωνιστές της αποκάλυψης του σκανδάλου Γουότεργκεϊτ, δήλωσαν πως «η απόφαση αυτή αγνοεί τα συντριπτικά στοιχεία που καταδεικνύουν τον κίνδυνο που συνιστά ο Ντόναλντ Τραμπ για τη Δημοκρατία».
Στην ίδια γραμμή, η αρθρογράφος Ρουθ Μάρκους εξέφρασε τη βαθιά της απογοήτευση, επισημαίνοντας: «Αυτή είναι η χειρότερη δυνατή στιγμή για να παραμείνουμε σιωπηλοί».
Περισσότερα από 10.000 σχόλια αναγνωστών αναρτήθηκαν στο άρθρο του Λιούις, πολλά από τα οποία κατακεραύνωναν την Post για την απόφασή της και έλεγαν ότι ακυρώνουν τις συνδρομές τους.
Το πήρε πάνω του ο εκδότης
Εντωμεταξύ, ο ίδιος ο εκδότης Λιούις ανέφερε σε δήλωσή του ότι «ο Μπέζος δεν συμμετείχε, δεν διάβασε και δεν εξέφρασε άποψη για το άρθρο υποστήριξης», διευκρινίζοντας ότι η απόφαση ελήφθη αποκλειστικά από τον ίδιο.
Το κλίμα ήταν ήδη τεταμένο στη Washington Post, μετά από πρόσφατες αλλαγές στην ανώτερη διοίκηση υπό τον Λιούις. Δημοσιογράφοι αντέδρασαν στην απόφασή του να αντικαταστήσει τον εκτελεστικό διευθυντή και άλλα στελέχη με πρώην συναδέλφους του από τη Wall Street Journal και τον Telegraph.
Η σύμπτωση και η New York Post
Η απόφαση της Washington Post έρχεται την ίδια στιγμή που η εφημερίδα New York Post, ιδιοκτησίας του Ρούπερτ Μέρντοκ, προέβη σε υποστήριξη του Τραμπ, αναδεικνύοντας τις πολιτικές διαφορές των δύο μέσων. Αντίστοιχα, προ ημερών παραιτήθηκε η Μαριέλ Γκάρζα, διευθύντρια σύνταξης στους Los Angeles Times, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την απόφαση του ιδιοκτήτη Πάτρικ Σουν-Σιονγκ να αποσύρει την υποστήριξη στην υποψηφιότητα της Χάρις.
Η απόφαση αυτή της Washington Post, που αποτέλεσε την πρώτη ανατροπή στην πολιτική υποστηρίξεων της από το 1988, φαίνεται να αντανακλά τον προσωπικό στόχο του Μπέζος να απομακρυνθεί από πολιτικές αντιπαραθέσεις. Αναλυτές θεωρούν ότι η απόφαση του Μπέζος μπορεί να αποδοθεί σε παλιές εντάσεις με τον Τραμπ, ο οποίος κατά την προεδρική του θητεία είχε κατηγορήσει τον Μπέζος για τη διαχείριση της Post και εμπόδισε την Amazon από το να κερδίσει ένα αμυντικό συμβόλαιο ύψους 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Τέλος, ορισμένοι υποστηρίζουν ότι η κίνηση της Post συνδέεται με την πρόσφατη συνεργασία της Blue Origin, εταιρείας ιδιοκτησίας Μπέζος, με τη NASA, η οποία της ανέθεσε σύμβαση ύψους 3,4 δισεκατομμυρίων δολαρίων για την ανάπτυξη διαστημικού σκάφους. Εν μέσω έντονων κριτικών και αναταραχής, η Post καλείται πλέον να αντιμετωπίσει τις συνέπειες της απόφασης αυτής.